Οι κουρείς συχνά
ασκούσαν παράλληλα και άλλες δραστηριότητες όπως του μουσικού ή του πρακτικού γιατρού.
Το επάγγελμα του κουρέα έχει τις ρίζες του στο επάγγελμα του παρπέρη (η λέξη προέρχεται από την
περιποίηση ή και θεραπεία των πελατών, όπου οι κουρείς κατά το μεσαίωνα ως
χειρουργοί σε δημόσια λουτρά, δέχονταν και περιποιούνταν πελάτες και ασθενείς).
Ο κουρέας ήταν ο
βοηθός του παρπέρη, και ασχολείτο κυρίως με το κόψιμο των μαλλιών και το ξύρισμα
των πελατών.
Ο κουρέας και ο
μπαρμπέρης είχαν ως επί το πλείστον ανδρική πελατεία. Μέχρι τη δεκαετία του
1930 τα μικρά κουρεία στεγάζονταν συχνά μέσα στα καφενεία.
Στη Χλώρακα ξακουστοι παρπέρηδες της παλιάς εποχής ήταν ο Φίλππος Κυρίλλου, ο Φίλιππος του Οθωνή, ο Χαρής του Γιώρκα, ο Αντωνέσκος και τέλος ο Κόκος Αλεξίου που όταν μικρό παιδί μαθήτευσε σε περιώνυμο μπαρμπέρη της Πάφου και έμαθε την τέχνη «στην
τρίχα». Με το μικρό του βαλιτσάκι όπως και οι παλιώτεροι μπαρπέρηδες, περιδιάβηκε πολλά χωριά και υπό τον ήχο των βιολιών,
ξύρισε πολλούς γαμπρούς.
Οι παρπέρηδες είχαν τα μαγαζιά τπυς συνήθως γύρω στη μικρή πλατεία
της Χλώρακας δίπλα στα καφενεία, όπου κάθε Κυριακή ιδιαίτερα τις
πολύ πρωινές ώρες πριν να χτυπήσει η καμπάνα για τη δοξολογία, αρκετοί πιστοί πριν
μπουν στην εκκλησιά, περνούσαν από τα κουρεία να ξυριστούν και να καλλωπιστούν. Σήμερα παραμένει
ο μοναδικός κουρέας στη Χλώρακα, σε σύγκριση με παλαιότερες εποχές που υπήρχαν περισσότερα
από πέντε μπαρμπέρικα.